Επίδραση παλαιού εμφράγματος του μυοκαρδίου στα επίπεδα επιλεγμένων ραδιοανοσολογικών δεικτών ορού και συσχέτιση της χρωμογρανίνης Α με τα ευρήματα τομογραφικού σπινθηρογραφήματος (SPECT) αιματώσεως μυοκαρδίου
[thesis]
Ξανθή Ξουργιά
Γενικά: Αρκετοί βιοδείκτες έχουν ερευνηθεί για την χρησιμότητά τους στην κλινική καρδιολογία, στο πεδίο της διάγνωσης, της παρακολούθησης ή της διαστρωμάτωσης κινδύνου των καρδιαγγειακών παθήσεων. Η χρωμογρανίνη Α (CgA) είναι ένα διαλυτό πολυπεπτίδιο που αποθηκεύεται και απελευθερώνεται από τα εκκριτικά κοκκία ενδοκρινικών, νευρικών και διαφόρων άλλων κυττάρων (συμπεριλαμβανομένων των καρδιομυοκυττάρων) και φαίνεται να αντιπροσωπεύει έναν δείκτη γενικής νευροενδοκρινικής δραστηριότητας. Εκτός
more »
... ό τη CgA, η νεοπτερίνη, το κλάσμα κυτοκερατίνης 19 (CYFRA 21-1), το ιστικό πολυπεπτιδικό αντιγόνο (TPA), το ειδικό ιστικό πολυπεπτιδικό αντιγόνο (TPS), το καρβοξυτελικό τελοπεπτίδιο του κολλαγόνου τύπου Ι (ICTP), το αμινοτελικό προπεπτίδιο του προκολλαγόνου τύπου Ι (PINP), το αμινοτελικό προπεπτίδιο του προκολλαγόνου τύπου ΙΙΙ (PIIINP), είναι βιοδείκτες που θα μπορούσαν να σχετίζονται με τη μυοκαρδιακή βλάβη και τις διαδικασίες επούλωσης μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου.Σκοπός: Σε αυτή τη μελέτη ερευνήθηκε ο πιθανός ρόλος των ραδιοανοσολογικών δεικτών CgA, νεοπτερίνης, ICTP, PINP, PIIINP, CYFRA, TPA, και TPS ως βιοδείκτες σχετιζόμενοι με παλαιό έμφραγμα. Μελετήθηκε επίσης η πιθανή συσχέτιση της CgA με τα ευρήματα σε τομογραφικό σπινθηρογράφημα αιμάτωσης μυοκαρδίου (ΣΑΜ).Μέθοδος: Η μελέτη περιλάμβανε 307 ασθενείς (202 άνδρες, 105 γυναίκες, ηλικίας 65,5±10,0 ετών). Η ομάδα 1 της μελέτης αποτελούνταν από 118 άτομα (38,4%) με ιστορικό εμφράγματος μυοκαρδίου (ΕΜ) τουλάχιστον ένα χρόνο πριν (ομάδα ΕΜΦ) και η ομάδα 2 από τα υπόλοιπα 189 άτομα (61,6%) χωρίς γνωστή καρδιακή νόσο (ομάδα ελέγχου-ΕΛ). Σε όλους τους ασθενείς διενεργήθηκε τομογραφικό σπινθηρογράφημα SPECT αιμάτωσης μυοκαρδίου (ΣΑΜ) με το ραδιοφάρμακο Tc-99m-Τετροφωσμίνη, ενώ προηγουμένως είχε γίνει αιμοληψία για την μέτρηση των βιοδεικτών με ραδιοανοσολογική μέθοδο (RIA/IRMA). Για την εκτίμηση της σχέσης μεταξύ των εξαρτημένων μεταβλητών του ΣΑΜ [(1) οποιοδήποτε έλλειμμα (παθολογικό ΣΑΜ), (2) αναστρέψιμα ελλείμματα (ισχαιμία), (3) σταθερά ελλείμματα (ουλή), (4) έκταση ισχαιμίας και (5) έκταση ουλής] και μιας σειράς προγνωστικών παραγόντων (φύλο, CgA, ΕΜ, ΚΕΑΚ, υπέρταση, διαβήτης, υπερλιπιδαιμία, φαρμακευτική αγωγή) εφαρμόστηκε μονομεταβλητή και πολυμεταβλητή λογιστική παλινδρόμηση. Για να ελεγχθεί αν η πιθανή επίδραση του παλαιού εμφράγματος επηρεάζεται από τα ευρήματα του ΣΑΜ, διενεργήθηκε έλεγχος συνδιακύμανσης (analysis of covariance - ANCOVA) για τις ίδιες πέντε κατηγορίες ελλειμμάτων αιμάτωσης, ως διχοτόμοι προγνωστικοί παράγοντες. Η CgA μετρήθηκε σε όλους τους ασθενείς, ενώ οι υπόλοιποι δείκτες (Neopterin, CYFRA 21-1, ICTP, PINP, PIIINP, TPA, TPS) μετρήθηκαν στους 86 πρώτους ασθενείς (55 άνδρες και 31 γυναίκες, ηλικίας 64,7±10,6 ετών), οι οποίοι αποτέλεσαν τον πληθυσμό μιας επιμέρους μελέτης (μελέτη ΒΙΟ). Σε αυτή τη μελέτη οι ασθενείς χωρίστηκαν σε 3 ομάδες: 19 με ιστορικό παλαιού ΕΜ και χαμηλό ΚΕΑΚ<50% (ομάδα 1-ΕΜχΚΕ), 26 με παλαιό ΕΜ και διατηρημένο ΚΕΑΚ≥50% (ομάδα 2- ΕΜδΚΕ) και 41 χωρίς ιστορικό καρδιακής νόσου που αποτέλεσαν την ομάδα 3-ΕΛ (ομάδα ελέγχου). Διενεργήθηκαν μονομεταβλητές και πολυμεταβλητές αναλύσεις διακύμανσης (MANOVA, ANOVA) και Scheffe posthoc τεστ για τον έλεγχο διαφορών των βιοδεικτών μεταξύ των ομάδων. Στατιστικά σημαντική θεωρήθηκε τιμή p <0,05.Αποτελέσματα: Και στις πέντε κατηγορίες ΣΑΜ, η επίδραση του φύλου, ηλικίας και ΚΕΑΚ στα επίπεδα CgA ήταν στατιστικά σημαντική: οι γυναίκες εμφανίζουν υψηλότερα επίπεδα CgA συγκριτικά με τους άνδρες (p=0,008- 0,025), ενώ αύξηση της ηλικίας και μείωση του ΚΕΑΚ σχετίζεται με αυξημένα επίπεδα CgA (όλα τα p<0,001). Αντίθετα, δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στη μέση τιμή των επιπέδων CgA μεταξύ των ομάδων ΕΜΦ και ΕΛ όσον αφορά το φυσιολογικό ΣΑΜ, την ισχαιμία, την ουλή ή την έκτασή τους. Στην υποομάδα των 86 ασθενών, βρέθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των ομάδων για τον γραμμικό συνδυασμό των βιοδεικτών (σε όλα τα πολυμεταβλητά τεστ p≤0.027). Η επακόλουθη ανάλυση MANOVA έδειξε στατιστική διαφορά για το ICTP (p<0.001) και τη νεοπτερίνη (p=0.012), ενώ από την posthoc ανάλυση προέκυψε ότι η ομάδα ΕΜχΚΕ είχε στατιστικά σημαντικά υψηλότερα επίπεδα ICTP και νεοπτερίνης σε σχέση με την ομάδα ΕΜδΚΕ (p=0.022 και p=0.014) και την ομάδα ελέγχου (p<0.001 και p=0.014, αντίστοιχα).Συμπέρασμα: Στην παρούσα μελέτη, παρότι η CgA βρέθηκε να σχετίζεται στατιστικά σημαντικά με την ηλικία το φύλο και το ΚΕΑΚ στους ασθενείς με παλαιό ΕΜ, δεν βρέθηκε να σχετίζεται ούτε με το ιστορικό παλαιού ΕΜ ούτε με τα ευρήματα του ΣΑΜ. Η επιβεβαιωμένη από άλλες μελέτες συμμετοχή της CgA στην οξεία και υποξεία φάση του ΕΜ, φαίνεται να ελαχιστοποιείται σε ΕΜ παλαιότερο του έτους. Η σημαντική συσχέτιση του ICTP και της νεοπτερίνης με το παλαιό έμφραγμα με επηρεασμένο ΚΕΑΚ υποδεικνύει πως οι υποκείμενοι μηχανισμοί σχετιζόμενοι με την επούλωση μετά από ΕΜ, είναι ακόμη ενεργοί ακόμη κι ένα χρόνο μετά το ΕΜ. Ωστόσο, περισσότερες μελέτες σε μεγαλύτερο πληθυσμό είναι απαραίτητες για την επιβεβαίωση του ρόλου αυτών των βιοδεικτών στην κλινική καρδιολογία.
doi:10.12681/eadd/50526
fatcat:4zfk7cda7veqvgfjxdhomdo4su